Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Τελευταίο μάθημα της εξεταστικής.

Η ψυχολόγος μου μού ζήτησε να κάνω μια "εργασία για το σπίτι". Είναι κάτι που είχα κάνει προφορικά στην συνάντησή μας αλλά τώρα το έκανα και γραπτά. Και τί είναι αυτό; Η φανταστική περιγραφή της τελευταίας εξέτασης μαθήματος στην εξεταστική μου. Τί (θα) νιώθω εκείνη την ώρα! Και ιδού το αποτέλεσμα!

Τελευταίο μάθημα της εξεταστικής.
Είναι Παρασκευή 22 Ιουλίου το μεσημέρι και βρίσκομαι στο Πα.Πει. στην αίθουσα 101 για να γράψω Χρηματοοικονομική Οικονομετρία Ι. Είμαι πολύ αγχωμένη γιατί πρέπει να το περάσω οπωσδήποτε αυτό το μάθημα, καθώς είχα κάποιες αποτυχίες σε μερικά από τα προηγούμενα και έχω μείνει πίσω ως προς το πλάνο μου. Προσπαθεί να κυριαρχήσει η λογική μου και να σκεφτώ ότι είμαι στην εμβόλιμη εξεταστική, όπου τα θέματα είναι πιο εύκολα για να μας βοηθήσουν να τελειώσουμε μια ώρα αρχίτερα κι επιπλέον ο καθηγητής αυτού του μαθήματος είναι στον κόσμο του και κατά πάσα πιθανότητα θα μας βάλει τα ίδια θέματα με τον Ιανουάριο. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να είχα διαβάσει περισσότερο και καλύτερα αλλά δεν είχα καθόλου όρεξη και στο τέλος κάπως τα «πασάλειψα». Ξέρω καλά, όμως, τα sos κι αυτό μού δίνει κουράγιο, γιατί είμαι πεπεισμένη ότι αυτά θα πέσουν σίγουρα. Κοιτάω τους υπόλοιπους συμφοιτητές μου, που κολλάνε αυτοκόλλητα σκονάκια στα θρανία και τις καρέκλες τους και μετανιώνω που δεν έκανα κι εγώ. Έχω ένα μικρό στην τσέπη μου με μια εξίσωση που ήταν αδύνατον να θυμηθώ και το γράφω με μολύβι στο θρανίο, ώστε αν χρειαστεί να ανατρέξω εκεί. Προσπαθώ να θυμηθώ τί διάβασα αλλά μού είναι αδύνατον! Ευελπιστώ ότι την ώρα της πραγματικής πίεσης το μυαλό μου θα με βγάλει ασπροπρόσωπη και θα θυμηθώ μόλις χρειαστεί να ανασύρω τις γνώσεις μέσα απ’ τον εγκέφαλο. Νιώθω ένα κενό μέσα μου, υπάρχει η αμφιβολία ότι δεν θα τα καταφέρω κι όλοι οι άλλοι θα γράφουν με φρενήρεις ρυθμούς ενώ εγώ θα κοιτάω την λευκή μου κόλλα, δήθεν σκεπτική, αλλά στην πραγματικότητα απλά θα περιμένω τον χρόνο να περάσει ώστε να μπορέσω να αποχωρήσω από την εξέταση.
Μια κρυώνω και μια ζεσταίνομαι κι αυτό με οδηγεί στο να βάζω και να βγάζω νευρικά το πουκάμισό μου. Το μυαλό μου ξεφεύγει και θυμάμαι άλλες καταστάσεις έντονου άγχους, όπως τότε στην πρακτική άσκηση, για την οποία είχα αγοράσει αυτό το πουκάμισο. Σκέφτομαι επίσης όλους τους συμφοιτητές μου που τελείωσαν ή τώρα τελειώνουν τη σχολή και λέω στον εαυτό μου πως είμαι η τελευταία που ξέμεινε εκεί πέρα μετά από τόσα και τόσα χρόνια! Κι όμως, αυτή η σκέψη μού δίνει κουράγιο και με παρακινεί να το παλέψω!
Ο καθηγητής κι ο επιτηρητής μπαίνουν μέσα στην αίθουσα. Κρατάνε στα χέρια τους «το μέλλον μου», δηλαδή τα θέματα και τις κόλλες. Μιλάνε μεταξύ τους για κάποιο άσχετο με την εξέταση θέμα κι αυτό στιγμιαία με κάνει να σκεφτώ ότι αυτό που κάνω εγώ εκεί εκείνη τη στιγμή δεν είναι και τόσο σημαντικό σε σχέση με όσα συμβαίνουν στον κόσμο, στις ζωές των δύο αυτών ανθρώπων αλλά και γενικότερα. Πόσο αφελής και χαζή θα φαίνομαι σε κάποιους σαν αυτούς εγώ, που αγχώνομαι για κάτι τόσο μικρό όσο δυο ερωτήσεις πάνω σε ένα χαρτί, για δύο ώρες από τη ζωή μου που θα γράφω μέσα σε μια μικρή τάξη, ενώ έξω συμβαίνουν τέρατα! Πολλαπλασιάζω το «εγώ» που μόλις σκέφτηκα επί χιλιάδες και φαντάζομαι ότι είμαστε πολλοί εμείς οι φοιτητές που αγωνιούμε για όλα αυτά τα δίωρα τρεις φορές το χρόνο, στις εξεταστικές μας. Προσπαθώ να επικεντρωθώ στο ότι αυτή είναι η ζωή μου και για εμένα συγκεκριμένα αλλά κι άλλους πολλούς αυτά τα δίωρα είναι ζήτημα σημαντικό, ζωής και θανάτου ίσως! Θυμάμαι το βλέμμα συμπόνοιας στα μάτια όσων λέω ότι έχω εξεταστική και πόσο αφοσιωμένοι είναι άλλοι γνωστοί και φίλοι μου με τις δικές τους εξεταστικές και λέω στον εαυτό μου να σοβαρευτεί και να καταλάβει ότι εδώ κάνουμε κάτι σημαντικό που έχει αξία και μετράει, και πρέπει να βάλω τα δυνατά μου κι όχι να σκέφτομαι «άσ’ το, δεν πειράζει, θα το δώσεις στην επόμενη».
Μας μοιράζουν τα θέματα κι η καρδιά μου χτυπάει δυνατά ενώ το χέρι μου τρέμει τη στιγμή που πιάνω την δική μου κόλλα. Από την ταραχή δεν μπορώ καν να καταλάβω τί διαβάζω! Παίρνω μια καλή ανάσα, προσπαθώ όσο γίνεται να καθαρίσω το μυαλό μου και να κάνω focus και διαβάζω τις προτάσεις που θα καθορίσουν τη μοίρα μου! Στην αρχή δεν καταλαβαίνω τίποτα κι αρχίζω να αγχώνομαι ακόμα περισσότερο και να αμφιβάλλω. Τι κάνω εγώ εκεί; Διαβάζω ξανά και ξανά, μέχρι να αποκτήσουν νόημα, και τότε τραβάω τις αναμνήσεις από τις προηγούμενες μέρες μελέτης μέσα από τις μουχλιασμένες σπηλιές του μυαλού μου. Τελικά δεν είναι κινέζικα, κάτι φαίνεται να ξέρω. Αρχίζω να ελπίζω και μια άγρια χαρά και έξαψη φουντώνει μέσα μου, όπως σε κάθε εξέταση που βιάζομαι να γράψω πριν ξεχάσω αυτά που θυμήθηκα. Συνδυάζω τις ερωτήσεις με αυτά που διάβασα και φτιάχνω ένα μείγμα που μπορώ πλέον να γράψω στο χαρτί μου. Κάτι μού διαφεύγει, για κάτι άλλο δεν είμαι σίγουρη, όμως κάνω ό,τι μπορώ για να γεμίσω τη σελίδα και να καμουφλάρω τα σημεία για τα οποία δεν είμαι σίγουρη ποια είναι η απάντηση. Αφήνω πάντα ένα μεγάλο κενό στο γραπτό μου μεταξύ πρώτης και δεύτερης απάντησης, ώστε αν θυμηθώ κάτι αργότερα να έχω χώρο να το προσθέσω. Αντιμετωπίζω το επόμενο τέρας, την ερώτηση 2, ενώ ξέρω ήδη τί περίπου ζητάει, καθώς της είχα ρίξει μια ματιά στην πρώτη ανάγνωση των θεμάτων. Όσο ασχολούμαι μαζί της δεν έχω βγάλει από το μυαλό μου την προηγούμενη ερώτηση και τα κενά που άφησα, παρ’ ότι ξέρω ότι αυτό που κάνω δεν είναι σωστό και πρέπει να δώσω όλη μου την προσοχή σ’ αυτό που γράφω τώρα. Η προσοχή μου κλονίζεται και για λίγη ώρα σκέφτομαι άσχετα πράγματα. Επιστρέφω και συνεχίζω με όσα μπορώ να γράψω.
Τελικά δεν είμαι και πολύ ευχαριστημένη. Το 8 που ήθελα να πάρω φαίνεται μάλλον άπιαστο αλλά τουλάχιστον φαίνεται πως μάλλον θα περάσω το μάθημα και αρχίζω να υπολογίζω τι βαθμό θα πετύχω τελικά! Ξαναδιαβάζω τις ερωτήσεις, μήπως ζητάνε κάτι που δεν παρατήρησα προηγουμένως, και γράφω μερικές διευκρινιστικές λέξεις ή φράσεις όπου κρίνω ότι δεν ήμουν αρκετά σαφής ή αναλυτική. Επιθεωρώ ξανά και ξανά το γραπτό μου και κάθε φορά που το κάνω είναι σαν να περιμένω ότι θα εμφανιστεί και κάτι ακόμα για να διαβάσω. Ελπίζω ότι όσο ασχολούμαι θα μού έρθει καμιά καινούρια ιδέα για να γεμίσει αυτά που δεν έγραψα αλλά τελικά αποδέχομαι ότι κάποια πράγματα θα μείνουν αναπάντητα...
Έχω πια βαρεθεί να διαβάζω και να διαβάζω κι αποφασίζω ότι δεν έχω κάτι περισσότερο να γράψω και σηκώνομαι να παραδώσω το τετρασέλιδό μου. Μόλις το δίνω είναι σαν να  ξεφορτώνομαι ένα μεγάλο βάρος! Πλέον είναι στη δικαιοδοσία κάποιου άλλου, εγώ τελείωσα μαζί του κι ας ασχοληθεί ο επόμενος! Βγαίνω έξω λίγο ντροπιασμένη γιατί σκέφτομαι ότι ο επιτηρητής μπορεί να διαβάσει τις βλακείες που έγραψα και παίρνω τον κατήφορο για τη στάση. Νιώθω πραγματικά ανάλαφρη γιατί μέσα μου ξέρω ότι το πέρασα, κι ας είναι και  με χαμηλότερο βαθμό! Τώρα που τελείωσε η εξεταστική θέλω να πάω σπίτι και να πέσω με τα μούτρα στο διάβασμα για την επόμενη. Δεν θέλω να κάνω και μ’ εκείνη τα ίδια λάθη που έκανα σ’ αυτή.
Πιάνω τον εαυτό μου να προχωράει με χορευτικό και πηδηχτό βηματισμό και δε με νοιάζει καθόλου, γιατί είμαι ακόμα σε χώρο πανεπιστημίου, εδώ είμαι ακόμα «μικρή» και μπορώ να φέρομαι αναλόγως! Αρχίζω να αναρωτιέμαι πώς θα είναι όταν τελειώσω με τα μαθήματα και πάρω το πτυχίο και νιώθω ξαφνικά μια αίσθηση κενού. Μέχρι τώρα είχα ένα σκοπό, μετά τί; Σχεδόν αυτόματα προστάζω τον εαυτό μου να αφήσει κατά μέρους τις φαντασίες και να θυμηθεί ότι ακόμα έχω τόσα μαθήματα να περάσω και το πτυχίο αργεί πολύ! Παρ’ όλα αυτά, είμαι πολύ χαρούμενη που τελείωσα για τώρα και έκανα κάποια πρόοδο όσον αφορά τα χρωστούμενα μαθήματα, οπότε για να με επιβραβεύσω στέλνω μήνυμα στη φίλη μου για να πάμε καμιά βόλτα.

Μπαίνω στο λεωφορείο, το οποίο περίμενα αρκετή ώρα –το κακό τού να έχεις εξεταστική μες στον Ιούλιο- κάθομαι και βλέπω τον Πειραιά να απομακρύνεται σιγά σιγά. Στην πραγματικότητα είμαι εγώ αυτή που απομακρύνεται και νιώθω πιο ανάλαφρη από ποτέ! Ξεχνάω την όρεξη που είχα μόλις προ ολίγου για διάβασμα και νιώθω την επιθυμία να τα αφήσω όλα πίσω μου και να κάνω κάτι άλλο, να ξεκουραστώ και να περάσω λίγο καλά. Αυτή η ώρα της ημέρας είναι η αγαπημένη μου, το μεσημέρι που γίνεται απόγευμα, και χαίρομαι που είμαι έξω και την ζω.